Thursday, November 14, 2013

Επισωρευτική Ριζοσπαστικοποίηση Εξτρεμιστών στην Ελλάδα, του Ανδρέα Μπανούτσου



To RIMSE εκτιμά πως η Ελληνική κοινωνία από την 17η Σεπτεμβρίου 2013 μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα στο Κερατσίνι από το μέλος της Χρυσής Αυγής Γιώργο Ρουπακιά, έχει πιθανότατα μπει σε ένα φαύλο κύκλο που οι ακαδημαϊκοί και ειδικοί αναφέρουν ως επισωρευτική ριζοσπαστικοποίηση εξτρεμιστών. Ας πάρουμε όμως πρώτα τα γεγονότα με τη σειρά και μετά θα επιχειρήσουμε μια ανάλυση της έννοιας της επισωρευτικής ριζοσπαστικοποίησης και τις πιθανές επιπτώσεις της στην εσωτερική ασφάλεια της χώρας. 


Αμέσως μετά την δολοφονία του Παύλου Φύσσα, η Ακρο-αριστερή εξωκοινοβουλευτική οργάνωση ΑΝΤΑΡΣΥΑ  εξέδωσε ανακοίνωση για το θάνατό του, αποκαλώντας τον δολοφόνο του φασίστα και κατηγορώντας τη Χρυσή Αυγή για το συμβάν. Ακολούθησαν συλλήψεις όχι μόνο του δολοφόνου αλλά και ηγετικών στελεχών και του ίδιου του αρχηγού της Χρυσής Αυγής με την κατηγορία της συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση. Την 1η Νοεμβρίου 2013 είχαμε τη δολοφονική επίθεση κατά μελών της Χρυσής Αυγής έξω από την τοπική οργάνωση του κόμματος στο Νέο Ηράκλειο, με τραγικό αποτέλεσμα τον θάνατο δύο νέων μελών της ( Μάνος Καπελώνης και Γιώργος Φουντούλης) και τον βαρύ τραυματισμό ενός τρίτου (Αλέξανδρος Γέροντας). Αν και μέχρι τη στιγμή που γράφεται αυτό εδώ το άρθρο καμία οργάνωση δεν έχει αναλάβει την ευθύνη για τη δολοφονική επίθεση, είναι πιθανό τελικά η ευθύνη για την εκτέλεση των Χρυσαυγιτών να ανήκει σε κάποια Ακρο-αριστερή τρομοκρατική οργάνωση.
Σύμφωνα λοιπόν με τη θεωρία της επισωρευτικής ριζοσπαστικοποίησης των εξτρεμιστών οι δράσεις της μιας εξτρεμιστικής ομάδας ( π.χ Χρυσή Αυγή) μπορούν να οδηγήσουν στη ριζοσπαστικοποίηση των «αντίπαλων» εξτρεμιστικών ομάδων καθώς επίσης και στη ριζοσπαστικοποίηση άλλων εξτρεμιστικών ομάδων όπως οι Ισλαμιστές για παράδειγμα. Στη Μεγάλη Βρετανία έχει παρατηρηθεί το φαινόμενο της αμοιβαίας ριζοσπαστικοποίησης και προσφυγής στη βία της Ακρο-δεξιάς οργάνωσης English Defence League (EDL) και Ισλαμιστικών ομάδων όπου η βία και ο εξτρεμισμός της μιας ομάδας ενισχύει τον ριζοσπαστισμό και τη βία της άλλης ομάδας. Το αποτέλεσμα είναι ένα σπιράλ βίας, ριζοσπαστικοποίησης και εξτρεμισμού το οποίο είναι πολύ δύσκολο να καταπολεμηθεί από τις Αρχές ασφαλείας. Πέρα από το δίπολο της Άκρας Αριστεράς και Άκρας Δεξιάς στην Ελλάδα και την αμοιβαία ριζοσπαστικοποίηση τους, είναι πιθανό η κατάσταση να ξεφύγει από κάθε έλεγχο και να οδηγήσει στη ριζοσπαστικοποίηση και των Μουσουλμάνων μεταναστών, οι οποίοι κατά καιρούς έχουν δεχθεί και αυτοί επιθέσεις από τη Χρυσή Αυγή, με αποτέλεσμα η χώρα να μετατραπεί σε ένα πεδίο βίαιης σύγκρουσης και αντιπαράθεσης. Η επισωρευτική ριζοσπαστικοποίηση προϋποθέτει μια παράδοξη «συμβιωτική» σχέση μεταξύ των εξτρεμιστικών ομάδων με την έννοια ότι ο ριζοσπαστικός και βίαιος ακτιβισμός της μιας ομάδας βασίζεται στην ύπαρξη και τις βίαιες δράσεις της άλλης ομάδας. Έρευνες που έχουν πραγματοποιηθεί κυρίως στη Μεγάλη Βρετανία παρέχουν σαφείς ενδείξεις ότι ο βίαιος ακτιβισμός Ακρο-Δεξιών οργανώσεων όπως το EDL οδηγεί στη ριζοσπαστικοποίηση των Μουσουλμάνων και κάνουν ευκολότερη τη στρατολόγηση τους για τους Ισλαμιστές και το αντίστροφο. Στην περίπτωση της Ελλάδος είναι προφανές πως στην αύξηση της επιρροής της Χρυσής Αυγής και στην στρατολόγηση των μελών της πέρα από την οικονομική κρίση και τη χρεοκοπία του πολιτικού συστήματος συνέβαλε και η αθρόα έλευση παράνομων μεταναστών προερχόμενων ( ιδίως από το 2000 και μετά) από Μουσουλμανικές χώρες. Η άνοδος της Χρυσής Αυγής με τη σειρά της οδήγησε σε αύξηση των επιθέσεων σε Μουσουλμάνους μετανάστες και αυτό ίσως οδηγήσει στην συνεπακόλουθη ριζοσπαστικοποίηση και στρατολόγησή τους από Ισλαμιστικές οργανώσεις. Αυτό που σίγουρα χρειάζεται η Ελλάδα στην παρούσα φάση είναι η σχεδίαση και εφαρμογή μιας πολιτικής κατά της ριζοσπαστικοποίησης (counter-radicalisation policy), διαφορετικά η κατάσταση όπως διαμορφώνεται στη χώρα μας μπορεί να οδηγήσει σε μια περαιτέρω  έξαρση της βίας και του εξτρεμισμού. Το ποια μπορεί να είναι μια τέτοια πολιτική κατά της ριζοσπαστικοποίησης θα αποτελέσει θέμα ενός από τα επόμενα άρθρα του RIMSE.