Friday, September 26, 2014

Γιατί δεν πρέπει να είναι η Ελλάδα στη πρώτη γραμμή κατά των Τζιχαντιστών, του Ανδρέα Μπανούτσου

 Το άρθρο αυτό γράφτηκε για το rizopoulospost.com και αναδημοσιεύεται από το RIMSE.

Με αφορμή τη δημοσίευση του χθεσινού άρθρου του δημοσιογράφου του Βήματος κ. Γεωργίου Μαλούχου όπου επιχειρηματολογεί για τους λόγους που η Ελλάδα θα πρέπει να είναι στην πρώτη γραμμή του πολέμου κατά των Τζιχαντιστών του Ισλαμικού Κράτους, θα επιχειρηματολογήσω γιατί η Ελλάδα δεν πρέπει να είναι στη πρώτη γραμμή αυτού του πολέμου.
Πρώτα θα επιχειρήσω να αντικρούσω τα επιχειρήματα του κ.Μαλούχου και στη συνέχεια θα κλείσω με τη δική μου εκτίμηση και πρόταση για το ζήτημα.


 Αναφέρει ο κ.Μαλούχος: «Ο πρώτος λόγος είναι ότι η χώρα πρέπει να δεθεί όσο το δυνατόν πιο στενά με τις ατλαντικές συμμαχίες της. Η Ελλάδα πρέπει να αντιληφθεί ότι έχει σημασία να είναι σταθερή και παρούσα στις συμμαχικές της δεσμεύσεις. Ότι έχει μακροχρόνιο, δομικό όφελος από το να μπορεί να απολαμβάνει της εμπιστοσύνης των συμμάχων της».
Το επιχείρημα αυτό δεν έχει βάση για τον απλούστατο λόγο ότι αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει ομόφωνη απόφαση του ΝΑΤΟ για ανάληψη δράσης κατά του Ισλαμικού Κράτους, πολύ περισσότερο δεν υπάρχει ομόφωνη απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του Ο.Η.Ε. Το μόνο που υπάρχει είναι το κάλεσμα των Η.Π.Α. στην τελευταία σύνοδο του ΝΑΤΟ στην Ουαλία να σχηματιστεί μια συμμαχία των προθύμων κατά του Ισλαμικού Κράτους χωρίς να διευκρινίζεται ποια ακριβώς μορφή θα λάβει η δράση κατά των Τζιχαντιστών. Τι ακριβώς προτείνει ο κ.Μαλούχος; Να συμμετάσχουν αεροσκάφη της Ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας στους βομβαρδισμούς κατά του Ισλαμικού Κράτους χωρίς καμία διεθνή νομιμοποίηση;
Συνεχίζει ο κ.Μαλούχος: «Ο δεύτερος λόγος είναι ότι πρέπει να αξιοποιηθεί με κάθε τρόπο η γεωπολιτική αξία της χώρας. Είναι ίσως το πιο δυνατό χαρτί της, που, στις συνθήκες οι οποίες διαμορφώνονται, γίνεται όλο και δυνατότερο. Η Ελλάδα πρέπει και μπορεί να το αξιοποιήσει αποτελεσματικά. Άλλωστε, εν προκειμένω, πρόκειται και για μία σπάνια «γέφυρα» κοινών πλέον συμφερόντων και με τη Ρωσία. Και αυτό για εμάς είναι πάρα πολύ σημαντικό».
Θα μπορούσαμε να συμφωνήσουμε για την γεωπολιτική αξία της χώρας μας , αλλά δεν κατανοούμε γιατί αυτό θα πρέπει να μας κάνει να είμαστε στην πρώτη γραμμή ενός πολέμου του οποίου τους αντιπάλους (Τζιχαντιστές) εξέθρεψαν οι Δυτικοί μας σύμμαχοι. Εφόσον η αμετροέπεια της δικής τους πολιτικής δημιούργησε το πρόβλημα του βάρβαρου Ισλαμικού Κράτους ας αναλάβουν εκείνοι και την ευθύνη για την καταπολέμησή του.
Ο τρίτος λόγος γράφει ο κ.Μαλούχος που η Ελλάδα θα πρέπει να είναι στη πρώτη γραμμή κατά των Τζιχαντιστών «είναι ότι μέσα στην ίδια την Ελλάδα ενέχει πάντοτε υψηλός κίνδυνος από τέτοιου είδους φανατικούς ισλαμιστές οι οποίοι είναι βέβαιο ότι στον α ή τον β βαθμό έχουν περάσει στη χώρα «αξιοποιώντας» την τραγωδία των, δυστυχώς, ανοικτών συνόρων της. Η πραγματικότητα είναι ότι αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει ακριβής εικόνα για το πόσο μεγάλη είναι αυτή η διείσδυση. Πρέπει όμως, σε συνεργασία με τις υπηρεσίες των συμμάχων μας, να φτάσουμε μέχρι και την τελευταία ρίζα της. Και να την ξεριζώσουμε από αυτόν τον τόπο».
Μα ακριβώς αυτό είναι και το ισχυρότερο επιχείρημα κατά της συμμετοχής της Ελλάδας στη συμμαχία των προθύμων κατά του Ισλαμικού Κράτους. Ο λόγος είναι σχεδόν αυταπόδεικτος. Η σοβαρή πιθανότητα αν όχι βεβαιότητα να υπάρχουν στις τάξεις του Ισλαμικού Κράτους Τζιχαντιστές προερχόμενοι από την Ελλάδα όπως τα δημοσιεύματα του πολύ πρόσφατου Κυριακάτικου Τύπου(Πρώτο Θέμα, Το Βήμα, Καθημερινή) μας έχουν ενημερώσει είναι ένας πρόσθετος λόγος που επιβάλλεται η χώρας μας να μην είναι στη πρώτη γραμμή κατά του Ισλαμικού Κράτους. Ο προχθεσινός αποκεφαλισμός του Γάλλου υπηκόου Hervé Gourdel στην Αλγερία από Τζιχαντιστές ως αντίποινα για τη συμμετοχή της Γαλλίας στη συμμαχία κατά του Ισλαμικού Κράτους και η παλαιότερη τρομοκρατική επίθεση ( 11 Μαρτίου 2004) Τζιχαντιστών της Αλ Κάιντα σε επιβατικά τρένα της Μαδρίτης ως αντίποινα για τη συμμετοχή της Ισπανικής κυβέρνησης Αθνάρ στο πόλεμο του Ιράκ καταδεικνύουν τους τεράστιους κινδύνους για την Ελλάδα και τους πολίτες της από τυχόν συμμετοχή ( και στη πρώτη γραμμή μάλιστα) της χώρας μας στη στρατιωτική δράση κατά του Ισλαμικού Κράτους.
Τέλος ο κ.Μαλούχος ολοκληρώνει τον κατάλογο των επιχειρημάτων ισχυριζόμενος «ότι η Ελλάδα και η Κύπρος αντιπροσωπεύουν το σύνορο του δυτικού κόσμου. Και αυτό δεν είναι μόνον έννοια γεωγραφική, αλλά πολύ ευρύτερη: πολιτισμική, πολιτειακή κοκ. Η Ελλάδα, η Κύπρος και το Ισραήλ διαμορφώνουν έναν «διάδρομο Δύσης» σε ένα περιβάλλον όλο και πιο έντονα απειλούμενο από επικίνδυνο φονταμενταλισμό. Σε αυτά, πρέπει κανείς απαραίτητα να προσθέσει και τα ζητήματα ενεργειακής οικονομικής συνεργασίας. Πρέπει λοιπόν να δουλέψουν οι τρεις χώρες πολύ στενά και πολύ σοβαρά μαζί για να αντιμετωπίσουν πολύ μεγάλες προκλήσεις που ανεπίστρεπτα φέρνει πλέον το μέλλον».
Η Ελλάδα και η Κύπρος σε αυτή τη φάση εξουθενωμένες οικονομικά και σε καθεστώς υπαγωγής και ελέγχου από το ΔΝΤ και τους Ευρωπαίους δανειστές είναι κατά την εκτίμησή μου οι τελευταίες χώρες που πρέπει να συμμετάσχουν σε μια τέτοια εκστρατεία με αμφίβολα αποτελέσματα και σχεδόν βέβαια αντίποινα.
Συμπερασματικά, εκτιμώ ότι η Ελλάδα θα πρέπει να συμμετάσχει στον πόλεμο κατά του Τζιχαντιστικού Ισλαμικού Κράτους μόνο στην περίπτωση που το Συμβούλιο Ασφαλείας του Ο.Η.Ε., και όχι το ΝΑΤΟ ή μια ακαθόριστη συμμαχία προθύμων, αποφασίσει επίσημα την ανάληψη στρατιωτικής δράσης. Ακόμα όμως και σε αυτή τη περίπτωση ο ρόλος της Ελλάδας θα πρέπει να είναι επικουρικός και σε καμία περίπτωση στη πρώτη γραμμή.